καλόρινος

καλόρινος
(Callorhinus). Γένος πτερυγιοπόδων θηλαστικών της οικογένειας των ωταριδών, με χαρακτηριστικό είδος το Callorhinus ursinus. Τα αρσενικά είναι μεγαλύτερα από τα θηλυκά και μπορεί να φθάνουν σε βάρος τα 270 κιλά και σε μήκος τα 210 εκ. Παλαιότερα τα κυνηγούσαν για τη γούνα τους, ενώ η μεγαλύτερη απειλή τους σήμερα είναι η μικρή βιωσιμότητα των νεογνών τους και η έλλειψη θηραμάτων. Ο καλόρινος της Αλάσκας είναι ένα είδος που κινδυνεύει με εξαφάνιση.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • ωταρία — Πτερυγιόποδα της οικογένειας των ωταριιδών, της τάξης των σαρκοφάγων. Τα θηλαστικά αυτά, των οποίων τα άκρα έχουν σχήμα μεγάλων πτερυγίων, είναι διαδεδομένα σε όλες τις θάλασσες, αλλά προπάντων στο βόρειο ημισφαίριο. Kολυμπούν ταχύτατα, κινούνται …   Dictionary of Greek

  • σαρκοφάγα — Τάξη αρπακτικών θηλαστικών που κυρίως τρέφονται με κρέας. Τα σ., που είναι διαδομένα σε όλη την υδρόγειο, σε πολύ διαφορετικές συνθήκες περιβάλλοντος, αν και διαφέρουν κατά τις διαστάσεις και τις μορφές, έχουν κοινά μερικά κύρια χαρακτηριστικά. Η …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”